Με αργό βήμα ο δαίμονας με πλησίασε και πονηρά
γέλασε πίσω από το αυτί μου, έτσι που η λαγνεία
και ο πόθος, οι παλιές μου προπατορικές αμαρτίες, αιφνίδια
ξύπνησαν˙ αρχικά τη μορφή πήρε γυναίκας υπέροχης,
γιατί γνώριζε πως τις ωραίες γυναίκες λάτρευα
και ύστερα τη μορφή του αγριμιού, γιατί για τα αγρίμια
θαυμασμό
έτρεφα˙ και άλλαξε πάλι σε λευκό, υπερήφανο άλογο
κι εγώ στο άλογο υποκλίθηκα για τη σοφή του σκέψη˙
τις μεταμορφώσεις του ακολουθούσα και τη ζωή μου
από τον έρωτα για τη Μορφή, άθελα είχα χάσει
και όταν ήρθε η ώρα το κρυμμένο ξωτικό την ψυχή μου
να ζητήσει, από αγάπη πρόθυμα δέχθηκα να θυσιαστώ,
να ανταλλάξω την ψυχή μου για να μην πεθάνει,
το γλυκό, αλλόκοτο πλάσμα˙ μα η αγάπη μου η μεγάλη,
το δαίμονα τρόμαξε και τους Θεούς συγκίνησε
και αποφάσισαν Εκείνοι να ζήσω και να μην παγιδευτώ
στην αιώνια πλάνη
Γιατί οι θνητοί δύσκολα τα βγάζουν πέρα με τους δαίμονες
και χρειάζεται θέληση θεϊκή για να σωθεί η ψυχή
που με το δαίμονα έχει πλαγιάσει
Αυτή τη δοκιμασία πέρασα όταν ήμουν νέος
Και από τότε οι δαίμονες, καρτέρι μου έχουν στήσει,
την προαιώνια ψυχή μου να σκοτώσουν˙ είθε ο Θεός
ποτέ στο δρόμο μου, να μη φέρει ξανά, την απατηλή ευτυχία
και εκείνον το Δαίμονα, που αγάπησα με όλη μου την καρδιά